Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιητική Γωνιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιητική Γωνιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Κοίτα με στα μάτια-Νίκος Γκάτσος

Κοίτα με στα μάτια κι έλα πιο κοντά

άγια μου καρδιά κι αγαπημένη

άκουσα κι απόψε πόρτα να βροντά

πέτρες θα κυλάν οι πεθαμένοι.

Πώς να το ξεχάσω κείνο το παιδί

στο περιβολάκι τ' Άι-Νικόλα

έπινε τον ήλιο σα χλωρό κλαδί

πριν το θυμηθούν τα πολυβόλα.

Κοίτα με στα μάτια και με το σουγιά

πάρε από τη φλέβα μου μελάνι

γράψε τ' όνομά του στην αστροφεγγιά

χέρι φονικό να μην το φτάνει.

Πού είσαι Πέτρο; Πού είσαι Γιάννη;

Στου κάτω κόσμου το σιντριβάνι.

Νεράκι πίνω να λησμονήσω.

Γύρισε πίσω. Γύρισε πίσω.

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

Χώμα Ελληνικό-Γεώργιος Δροσίνης

Τώρα που θα φύγω και θα πάω στα ξένα
και θα ζούμε μήνες, χρόνους χωρισμένοι,
άφησε να πάρω κάτι κι από σένα,
γαλανή πατρίδα πολυαγαπημένη,
άφησε μαζί μου φυλαχτό να πάρω
για την κάθε λύπη κάθε τι κακό,
φυλαχτό από αρρώστια, φυλαχτό από Χάρο,
μόνο λίγο χώμα, χώμα ελληνικό.

Χώμα δροσισμένο με νυχτιάς αγέρι,
χώμα βαφτισμένο με βροχή του Μάη,
χώμα μυρισμένο απ᾿ το καλοκαίρι,
χώμα ευλογημένο, χώμα που γεννάει
μόνο με της Πούλιας την ουράνια χάρη,
μόνο με του ήλιου τα θερμά φιλιά,
το μοσχάτο κλήμα το ξανθό σιτάρι,
τη χλωρή τη δάφνη, την πικρήν ελιά.

Χώμα τιμημένο, πούχουν ανασκάψει
για να θεμελιώσουν έναν Παρθενώνα,
χώμα δοξασμένο, πούχουν ροδοβάψει
αίματα στο Σούλι και στο Μαραθώνα,
χώμα πόχει θάψει λείψαν᾿ αγιασμένα
απ᾿ το Μεσολόγγι κι από τα Ψαρά
χώμα που θα φέρνη στον μικρόν εμένα
θάρρος, περηφάνια, δόξα και χαρά.

Θε να σε κρεμάσω φυλαχτό στα στήθια,
κι όταν η καρδιά μου φυλαχτό σε βάλει
από σε θα παίρνη δύναμη βοήθεια,
μην την ξεπλανέψουν άλλα, ξένα κάλλη.
Η δική σου η χάρη θα με δυναμώνη,
κι όπου κι αν γυρίσω, κι όπου κι αν σταθώ
συ θε να μου δίνης μια λαχτάρα μόνη,
πότε στην Ελλάδα πίσω θε να ῾ρθω.

Κι αν το ριζικό μου -έρημο και μαύρο-
μούγραψε να φύγω και να μη γυρίσω,
το στερνό συχώριο εις εσένα θάβρω,
το στερνό φιλί μου θε να σου χαρίσω.
Έτσι κι αν σε ξένα χώματα πεθάνω,
και το ξένο μνήμα θάναι πιο γλυκό
σα θαφτείς μαζί μου στην καρδιά μου επάνω,
χώμα αγαπημένο, χώμα ελληνικό.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Η Μάνα του Χριστού-Κώστας Βάρναλης


 

Πως οι δρόμοι ευωδάνε με βάγια στρωμένοι
ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρω μπαξέδες!
Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει
και μακριάθε βογκάει και μακριάθε ανεβαίνει. 
Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα,
των αλλώνε τα μίση καιρό τηνε θρέφαν
κι αν η μαύρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα,
να που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα! 
Α! πώς είχα σα μάνα κ΄εγώ λαχταρήσει
(ήταν όνειρο κ’ εμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ΄από μίση! 
Ένα κόκκινο σπίτι σ΄αυλή με πηγάδι...
και μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ,
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι. 
Κι άμ΄ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,
με τα ρούχα γεματα ψιλό ροκανίδι,
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι
ν’ ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι. 
Κι αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει
τον καλό σου τον ίσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,
η ακριβή σου να βγαίνει νερό να σου χύσει,
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει. 
Κι ο κακόχρονος θάνατος θα ’φτανε μέλι
και πολλή φύτρα θ’ άφηνες τέκνα κι αγγόνια
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει. 
Κατεβάζω στα μάτια τη μαύρη ομπόλια,
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει...
Ξεφαντώνουν τ΄αηδόνια στα γύρω περβόλια,
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια. 
Φεύγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου,
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν εχεις.
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη γιέ μου,
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου! 
Καθώς κλαίει, σαν της παίρνουν το τέκνο, η δαμάλα,
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.
Στύλωσέ μου τα δυό σου τα μάτια μεγάλα:
τρέχουν αίμα τα στήθια, που βύζαξες γάλα. 
Πως αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας να ’μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιό τ΄όνομά σου! 
Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη...
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη,
κι όσο ο γήλιος να πέσει και να’ ρθει το δείλι,
το σταυρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι. 
Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: «Ποίος ο Χριστός;»  τι’πες «Να με»!
Αχ! δεν ξέρει, τι λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!


Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Η Πόλις-Κ.Καβάφης (Αφήγηση Δημήτρης Χόρν)

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια τον Απρίλιο του 1863.
                 
O Κωνσταντίνος Π. Kαβάφης γεννήθηκε το 1863 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, από Έλληνες γονείς Πολίτικης καταγωγής. Πέρασε την παιδική του ηλικία στην Αγγλία, όπου έκανε τις πρώτες ποιητικές του προσπάθειες στα αγγλικά. Το 1885 επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου έζησε την υπόλοιπη ζωή του ως υπάλληλος του Υπουργείου Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Έγραφε ασταμάτητα ποιήματα τα οποία συνήθως κατέστρεφε, αν και ορισμένα δημοσιευόντουσαν ιδιωτικά για μικρή ομάδα έμπιστων αναγνωστών.
Η ποίησή του είναι εμπνευσμένη από παραλληλισμούς μεταξύ της εποχής του και των ελληνιστικών και ελληνο-ρωμαϊκών περιόδων. Πολιτική, ιστορία, ερωτισμός, τέχνη και αγάπη παραμένουν τα θέματα μιάς πολύ ιδιαίτερης ποιητικής φωνής, που μεταφέρει παγανιστική ευαισθησία στη σωματική απόλαυση  και μια οδυνηρή γεύση τραγικής ματαιότητας.
.

Αν-Ρ.Κίπλινγκ


                

Αν Θες Να Λέγεσαι Άνθρωπος-Τάσος Λειβαδίτης


Ιθάκη-Κωνσταντίνου Καβάφη(Αφήγηση Γρηγόρης Βαλτινός)


Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

Παιδικό Αντιρατσιστικό Ποίημα

http://i0.wp.com/www.antikleidi.com/wp-content/uploads/2012/10/black-white.jpg 

Όταν γεννιέμαι, είμαι μαύρος
Όταν μεγαλώσω, είμαι μαύρος 

Όταν κάθομαι στον ήλιο, είμαι μαύρος
Όταν φοβάμαι, είμαι μαύρος
Όταν αρρωσταίνω, είμαι μαύρος
Κι όταν πεθαίνω, ακόμα είμαι μαύρος
Κι εσύ λευκέ άνθρωπε
Όταν γεννιέσαι, είσαι ροζ
Όταν μεγαλώνεις, γίνεσαι λευκός
Όταν κάθεσαι στον ήλιο, γίνεσαι κόκκινος
Όταν κρυώνεις, γίνεσαι μπλε
Όταν φοβάσαι, γίνεσαι κίτρινος
Όταν αρρωσταίνεις, γίνεσαι πράσινος
Κι όταν πεθαίνεις, γίνεσαι γκρι
Και αποκαλείς εμένα έγχρωμο...
- - - - -
Η πληροφορία που το συνοδεύει ότι είναι  " ..ένα υπέροχο ποίημα που έχει γράψει ένα παιδί από την Αφρική και προτάθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη ως το καλύτερο ποίημα του 2006"  δεν είναι αληθής .
Υπάρχουν αρκετές εκδοχές ως προς την καταγωγή του όπως ότι συγγραφέας είναι ο Μαλκομ Χ ή ένας Γάλλος ο Léopold Sédar Senghor αλλά πιθανώς είναι κι αυτές λανθασμένες.