Τώρα που θα φύγω και θα πάω στα ξένα
και θα ζούμε μήνες, χρόνους χωρισμένοι,
άφησε να πάρω κάτι κι από σένα,
γαλανή πατρίδα πολυαγαπημένη,
άφησε μαζί μου φυλαχτό να πάρω
για την κάθε λύπη κάθε τι κακό,
φυλαχτό από αρρώστια, φυλαχτό από Χάρο,
μόνο λίγο χώμα, χώμα ελληνικό.
Χώμα δροσισμένο με νυχτιάς αγέρι,
χώμα βαφτισμένο με βροχή του Μάη,
χώμα μυρισμένο απ᾿ το καλοκαίρι,
χώμα ευλογημένο, χώμα που γεννάει
μόνο με της Πούλιας την ουράνια χάρη,
μόνο με του ήλιου τα θερμά φιλιά,
το μοσχάτο κλήμα το ξανθό σιτάρι,
τη χλωρή τη δάφνη, την πικρήν ελιά.
Χώμα τιμημένο, πούχουν ανασκάψει
για να θεμελιώσουν έναν Παρθενώνα,
χώμα δοξασμένο, πούχουν ροδοβάψει
αίματα στο Σούλι και στο Μαραθώνα,
χώμα πόχει θάψει λείψαν᾿ αγιασμένα
απ᾿ το Μεσολόγγι κι από τα Ψαρά
χώμα που θα φέρνη στον μικρόν εμένα
θάρρος, περηφάνια, δόξα και χαρά.
Θε να σε κρεμάσω φυλαχτό στα στήθια,
κι όταν η καρδιά μου φυλαχτό σε βάλει
από σε θα παίρνη δύναμη βοήθεια,
μην την ξεπλανέψουν άλλα, ξένα κάλλη.
Η δική σου η χάρη θα με δυναμώνη,
κι όπου κι αν γυρίσω, κι όπου κι αν σταθώ
συ θε να μου δίνης μια λαχτάρα μόνη,
πότε στην Ελλάδα πίσω θε να ῾ρθω.
Κι αν το ριζικό μου -έρημο και μαύρο-
μούγραψε να φύγω και να μη γυρίσω,
το στερνό συχώριο εις εσένα θάβρω,
το στερνό φιλί μου θε να σου χαρίσω.
Έτσι κι αν σε ξένα χώματα πεθάνω,
και το ξένο μνήμα θάναι πιο γλυκό
σα θαφτείς μαζί μου στην καρδιά μου επάνω,
χώμα αγαπημένο, χώμα ελληνικό.
και θα ζούμε μήνες, χρόνους χωρισμένοι,
άφησε να πάρω κάτι κι από σένα,
γαλανή πατρίδα πολυαγαπημένη,
άφησε μαζί μου φυλαχτό να πάρω
για την κάθε λύπη κάθε τι κακό,
φυλαχτό από αρρώστια, φυλαχτό από Χάρο,
μόνο λίγο χώμα, χώμα ελληνικό.
Χώμα δροσισμένο με νυχτιάς αγέρι,
χώμα βαφτισμένο με βροχή του Μάη,
χώμα μυρισμένο απ᾿ το καλοκαίρι,
χώμα ευλογημένο, χώμα που γεννάει
μόνο με της Πούλιας την ουράνια χάρη,
μόνο με του ήλιου τα θερμά φιλιά,
το μοσχάτο κλήμα το ξανθό σιτάρι,
τη χλωρή τη δάφνη, την πικρήν ελιά.
Χώμα τιμημένο, πούχουν ανασκάψει
για να θεμελιώσουν έναν Παρθενώνα,
χώμα δοξασμένο, πούχουν ροδοβάψει
αίματα στο Σούλι και στο Μαραθώνα,
χώμα πόχει θάψει λείψαν᾿ αγιασμένα
απ᾿ το Μεσολόγγι κι από τα Ψαρά
χώμα που θα φέρνη στον μικρόν εμένα
θάρρος, περηφάνια, δόξα και χαρά.
Θε να σε κρεμάσω φυλαχτό στα στήθια,
κι όταν η καρδιά μου φυλαχτό σε βάλει
από σε θα παίρνη δύναμη βοήθεια,
μην την ξεπλανέψουν άλλα, ξένα κάλλη.
Η δική σου η χάρη θα με δυναμώνη,
κι όπου κι αν γυρίσω, κι όπου κι αν σταθώ
συ θε να μου δίνης μια λαχτάρα μόνη,
πότε στην Ελλάδα πίσω θε να ῾ρθω.
Κι αν το ριζικό μου -έρημο και μαύρο-
μούγραψε να φύγω και να μη γυρίσω,
το στερνό συχώριο εις εσένα θάβρω,
το στερνό φιλί μου θε να σου χαρίσω.
Έτσι κι αν σε ξένα χώματα πεθάνω,
και το ξένο μνήμα θάναι πιο γλυκό
σα θαφτείς μαζί μου στην καρδιά μου επάνω,
χώμα αγαπημένο, χώμα ελληνικό.